Δευτέρα 21 Ιουνίου 2021

                                                     ΤΑ ΑΛΛΑΓΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΙΑ

                                                                            Τόμας Μαν



   Η επιλογή της νουβέλας Τα Αλλαγμένα Κεφάλια του Τόμας Μαν ήρθε ως αποτέλεσμα της ταινίας με τον τίτλο La cravate του Αλεχάντρο Χοδορόφσκι, που πρόσφατα παρακολούθησα. Χωρίς προηγούμενη αναγνωστική εμπειρία από τον Τόμας Μαν θα μπορούσα να σταθώ στην ενδιαφέρουσα υπόθεση, στηριγμένη σε έναν ινδικό μύθο. 

   Σε ρόλο πρωταγωνιστικό η καλλίγραμμη Ζίτα με δευτεραγωνιστές δύο φίλους. Οι δύο φίλοι παρακολουθούν στα κρυφά την Ζίτα να παίρνει το μπάνιο της σε έναν ποταμό και φυσικά ο ένας εκ των δύο, ο μορφωμένος, μένει στήλη άλατος και εκφράζει τον πόθο του να την παντρευτεί. Ο άλλος φίλος, που τυγχάνει να έχει παιδιόθεν μια μορφή σχέσης με την Ζίτα, αναλαμβάνει τον ρόλο του προξενητή. Το προξενιό ευοδώνεται και ο γάμος ακολουθεί. Η Ζίτα όμως στην πορεία της έγγαμης ζωής αρχίζει να μην συγκινείται ερωτικά από τον νόμιμο σύζυγό της, αλλά κυρίως από τον καλογυμνασμένο φίλο του. Κι ενώ μέχρι στιγμής η αφήγηση κινείται προβλέψιμα ακολουθεί πλέον το παράλογο. Ο νόμιμος σύζυγος αυτοκτονεί κόβοντας το κεφάλι του με ξίφος μέσα στο ναό της μητέρας θεάς, θεάς του έρωτα. Ο φίλος του μπροστά στο θέαμα αυτό αυτοκτονεί και ο ίδιος με τον ίδιο τρόπο. Η Ζίτα μπροστά στο διπλό κακό αποφασίζει και η ίδια να αυτοκτονήσει. Τότε όμως επεμβαίνει η μητέρα θεά και κατσαδιάζοντας την συμβουλεύει να ενώσει τα αποκεφαλισμένα κεφάλια στα σώματα των δύο φίλων, δίνοντας μια δεύτερη ευκαιρία στην μεταξύ τους σχέση. Η Ζίτα όμως διαπράττει ένα λάθος… Ενώνει το κεφάλι του άντρα της με το σώμα του φίλου, και το κεφάλι του φίλου με το σώμα του άντρα. Αλλαγμένα κεφάλια στα σώματα. 

   Και τότε αρχίζει ένα θέατρο του παραλόγου. Σε ποιον ανήκει η Ζίτα; Το κεφάλι ή το σώμα σηματοδοτεί το είναι του ανθρώπου; Η επιλογή είναι δύσκολη. Καταφεύγουν ακόμη και σε έναν ερημίτη, ασκητή για να γνωμοδοτήσει. Ποιον άραγε θα προτιμήσει η Ζίτα; Θα παραμείνει πιστή για πάντα ή μήπως θα αλλάξει πάλι προτίμηση; Αν ήταν κάπως μετριασμένη η σχετικά επιτηδευμένη και μακροπερίοδη γραφή του Τόμας Μαν, θα το θεωρούσα από τα πιο ευχάριστα αναγνώσματα του παραλόγου.



Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016

"Τυφλόμυγα" Ευγενία Φακίνου

  Η "Τυφλόμυγα" είναι ένα μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου που εκδόθηκε το 2000 με έναν τίτλο σαφώς παιχνιδιάρικο. Παραπέμπει σε παιχνίδι παιδικό. Μονάχα που το παιχνίδι δεν είναι παιδικό. Είναι ένα παιχνίδι μάλλον για μεγάλους. Μια και ο έρωτας απευθύνεται κυρίως σε μεγάλους....
  Τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα του έργου είναι τρία: η Αντρέα, η Άννα και ο Σίμος. Οι τρεις τους αποτελούν ένα ερωτικό τρίγωνο: δύο γυναίκες ερωτευμένες με τον ίδιο άντρα. Μια ιστορία λατρείας για τον ίδιο άντρα.
  Η Αντρέα από μικρή είχε εμφανίσει τάσεις φυγής, χανότανε και παρατηρούσε γύρω της πρόσωπα και καταστάσεις. Η Άννα έρχεται ως παρακόρη στην αστική οικογένεια της Αντρέα και είναι αυτή που τελικά θα καλμάρει και θα ισορροπήσει την προσωπικότητα της Αντρέα. Και θα γίνουν δύο πολύ καλές φίλες. 
  Η Άννα θα ερωτευθεί το Σίμο, έναν ζωγράφο, και θα τον παντρευτεί. Τον Σίμο θα ερωτευθεί και η Άννα, αλλά δεν θα τολμήσει να εκδηλώσει τον έρωτά της. Η σχέση της με την Άννα είναι πολύ πιο βαθιά, μια σχέση ριζωμένη σε ένα κοινό παρελθόν που δεν μπορεί να την γκρεμίσει ένας έρωτας.
   Ο Σίμος είναι ένας ευαίσθητος και παρορμητικός τύπος. Ένας άντρας που δύσκολα του αντιστέκονται οι άλλες γυναίκες. Και όταν χάνεται η έμπνευσή του...τότε η Αντρέα μαζί με την Άννα σκηνοθετούν ερωτικές περιπέτειες για τον Σίμο μαζί με κορίτσια-μαθήτριές του...σχέσεις εφήμερες, σχέσεις ελεγχόμενες και σκηνοθετημένες. Μέχρι που ο Σίμος γνωρίζει μια άλλη γυναίκα, την Ελένη, και τότε τα πράγματα αλλάζουν. Αυτή η γυναίκα δεν είναι  σαν τα άλλα κοριτσόπουλα, αυτή η γυναίκα αποπνέει κάτι διαφορετικό. Η κατάσταση τείνει να ξεφύγει από τον έλεγχο, αλλά...
  Στο τέλος η Ελένη θα φύγει με τον άντρα της που κι αυτός ανέχεται τις ... ερωτικές ιδιοτροπίες της γυναίκας του. Ένας έρωτας άνισος...
   Και μένουν πάλι οι τρεις τους ... Η Αντρέα, η Άννα και ο Σίμος...Οι τρεις τους...Πολύ πιο ανθρώπινοι, πολύ πιο ρεαλιστές. Απέναντι στον εαυτό τους και στον άλλο. Το πάθος τούς επεφύλαξε μια ανώμαλη προσγείωση στον εαυτό τους. Η Φακίνου δεν μας δίνει μια λύτρωση. Οι ήρωες είναι πιο ώριμοι να αντέξουν και να συνεχίσουν στη μορφή της σχέσης που οι ίδιοι επέλεξαν.

Κυριακή 5 Ιουνίου 2016

"Kitchen" ΜΠΑΝΑΝΑ ΓΙΟΣΙΜΟΤΟ, εκδ. Καστανιώτη

   Με τον τίτλο "Kitchen"  έχουμε μία νουβέλα που αποτελείται από δύο μέρη: α) kitchen και β) kitchen 2. Τι σημασιολογικό φορτίο μπορεί να κρύβει μια κουζίνα; Η συγγραφέας δίνει την απάντηση ήδη από τις πρώτες σειρές: ..."Δεν υπάρχει μέρος στον κόσμο που ν΄ αγαπάω περισσότερο απ΄ ό τι την κουζίνα....". Και γιατί άραγε; Γιατί η κουζίνα ίσως είναι το πιο υλιστικό και γήινο δωμάτιο του σπιτιού, καθώς εκεί μαγειρεύεις, εκεί τις μεταφυσικές σου αναζητήσεις τις μετατρέπεις σε γαστριμαργικές δημιουργίες, εκεί κατεβάζεις τον ουρανό στη γη...
   Με ένα τέτοιο σκεπτικό μάλλον συνάντησα την ηρωίδα με το εξωτικό (για μένα) όνομα Μικάγκε Σακουράι. Η Μικάγκε έχει χάσει όλους τους δικούς της ανθρώπους και μένει τελείως μόνη στη ζωή, με αποτέλεσμα να μην αρνηθεί την πρόταση που της απευθύνει ο Γιούιτσι Τανάμπε να μετακομίσει και να την φιλοξενήσει στο σπίτι του. Ο Γιούιτσι είναι ένας νεαρός που γνώριζε την γιαγιά της Μικάγκε, ευαίσθητος και περίεργος, δούλευε μάλιστα και σε ανθοπωλείο, τον οποίο ακόμη και υποψιάστηκε η Μικάγκε μήπως ήταν και εραστής της γιαγιάς της...Στο σπίτι του ο Γιούιτσι μένει με τη μητέρα του την Έρικο, η οποία πρώτα ήταν άντρας, ο πατέρας, που μετά το θάνατο της γυναίκας του κάνει αλλαγή φύλου και γίνεται πλέον η μητέρα....Η Μικάγκε τελικά μετά από τους αρχικούς δισταγμούς μένει μόνιμα στο σπίτι του Γιούιτσι....
   Στο δεύτερο μέρος πάλι με θάνατο ξεκινά η ιστορία, μόνο που αυτή τη φορά η Έρικο είναι αυτή που πεθαίνει. Η μητέρα-πατέρας σκοτώνεται και έτσι πάλι υπάρχει ορφάνια. Η Μικάγκε στο σπίτι, στην κουζίνα των Τανάμπε. Αφοσιώνεται στη μελέτη της μαγειρικής και μαγειρεύει με την ενεργητικότητα ενός μανιακού. Μία αντίθεση διαπερνά το έργο, ο θάνατος και η σχέση των δύο ηρώων. Μονάχα που η σχέση της Μικάγκε με τον Γιούιτσι δεν εξελίσσεται μέσα από την κοινή τους διαδρομή, δεν ωριμάζουν ως ζευγάρι, μάλλον η σχέση τους εξελίσσεται μέσα από την προσωπική ωρίμανση του καθενός. Ο ένας πράγματι έχει ανάγκη τον άλλο. 
   Η γιαπωνέζα Μπανάνα Γιοσιμότο με τη νουβέλα που κυκλοφόρησε το 1988 νομίζω μας δίνει μια αισιόδοξη αντιμετώπιση της απώλειας και του θανάτου μέσα από τη συνύπαρξη, μέσα από τον άλλο. Χωρίς να είναι απαραίτητο να δημιουργήσει η ηρωίδα μια ερωτική σχέση, όπως εξάλλου θα μπορούσε, αυτή επιλέγει μια ανθρώπινη σχέση που της δίνει δυνάμεις να συνεχίσει τη ζωή της.

Κυριακή 22 Μαΐου 2016

"Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών" ΓΙΑΣΟΥΝΑΡΙ ΚΑΒΑΜΠΑΤΑ, Εκδ. Καστανιώτη

ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΩΝ ΚΟΙΜΙΣΜΕΝΩΝ ΚΟΡΙΤΣΙΩΝ

   Ένας τίτλος με μυστήριο ερωτικό προδιαθέτει για μια ερωτική περιπέτεια με  τα κοιμισμένα κορίτσια, που όμως δεν είναι το ερωτικό υποκείμενο, αλλά το ερωτικό αντικείμενο της αφήγησης.
   Το σπίτι λοιπόν που βρίσκονται αυτά τα κοιμισμένα κορίτσια είναι ένα "σπίτι", ένας ... οίκος, κάπου στην Ιαπωνία, εκεί όπου και διαδραματίζεται η υπόθεση, λίγο μακριά από τη θάλασσα που ακούγονται τα κύματά της. Το επισκέπτεται ο Εγκούτσι, ένας ηλικιωμένος εξήντα επτά ετών μετά από παρότρυνση ενός φίλου του. Πηγαίνουν εκεί γέροντες συστημένοι και περνούν τη βραδιά τους με νεαρές παρθένες οι οποίες όμως είναι κοιμισμένες και δεν ξυπνούν με τίποτε κατά τη διάρκεια της νύχτας, σαν ναρκωμένες δηλαδή. Η γυναίκα του σπιτιού, προφανώς όχι η ιδιοκτήτρια, αλλά η τσατσά δίνει τις οδηγίες στον Εγκούτσι για τη βραδιά: να μην επιχειρήσει να ξυπνήσει τη νεαρή κοπέλα, να μην της κάνει κακό και σε περίπτωση αϋπνίας του ίδιου υπάρχουν και υπνωτικά χάπια. Αυτό που αποκομίζει ο Εγκούτσι από αυτή την παράξενη στο ίδιο κρεβάτι αλλά και απομακρυσμένη συνύπαρξη είναι μια σειρά από αναμνήσεις της νιότης του, ερωτικού κυρίως περιεχομένου. Η νεαρή κοιμισμένη παρθένα αυτό που πετυχαίνει είναι να ξυπνά ερωτικά το παρελθόν του, γιατί προφανώς το ερωτικό παρόν για τον γέροντα Εγκούτσι μάλλον είναι ανενεργό...
   Ένα ερώτημα που διαπερνά το έργο είναι κατά πόσο ένας γέρος άντρας είναι άντρας ή τελικά έχει χάσει την αντρική του φύση. Και αντρική φύση είναι τελικά κυρίως η ερωτική ικανότητα; Ο Εγκούτσι είναι παντρεμένος, η γυναίκα του ζει, έχει τρεις κόρες, αλλά ο ίδιος αναζητά την αυτοεπιβεβαίωση του στην ηλικία που βρίσκεται. Γι΄ αυτό και επαναλαμβάνει τις επισκέψεις στο σπίτι. Τα γηρατειά και η νεότητα δίπλα δίπλα σε ένα κρεβάτι. Η νεότητα κοιμισμένη και τα γηρατειά με τα μάτια ανοιχτά. Ο ύπνος και ο θάνατος φαντάζουν τόσο κοντά. Και αυτό μας το τονίζει ο συγγραφέας πρώτα με τον θάνατο ενός γέροντα και στο τέλος με τον θάνατο και ενός κοριτσιού. Όμως ο θάνατος δεν είναι το ζητούμενο ούτε και το φοβερό σε αυτό το σπίτι. Ο θάνατος κουκουλώνεται, σημασία έχουν τα νεαρά κορίτσια που δίνουν μια επίφαση αισθησιακής απόλαυσης. Η ζωή υπάρχει μέσα σε αυτά τα κορίτσια που κοιμούνται, που είναι ναρκωμένα, που είναι τελικά τόσο ψεύτικα.
   Μια σκοτεινή, εσωτερική νουβέλα (κυρίως λόγω έκτασης) μας δίνει ο Καβαμπάτα. Αποτελεί  το πρώτο έργο του που διαβάζω και επομένως τώρα έρχομαι σε επαφή με αυτή την πατριαρχική γιαπωνέζικη κοινωνία. Το γεγονός ότι ο συγγραφέας αυτοκτόνησε ίσως ερμηνεύει και αυτή την εμμονή με το θάνατο. Νομίζω όμως ότι σκιαγραφεί εύστοχα την  αντρική ψυχή μέσα από τα στερεότυπα και τις συμβάσεις, που δεν έχει συμφιλιωθεί με το θάνατο, που αρνείται να συμφιλιωθεί με το θάνατο και, που δεν γνωρίζω, αν τελικά μπορεί και να το καταφέρει.  

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015

"Η Επιστροφή" Φιλομήλα Λαπατά




1835: ένας ξένος φτάνει στον Πειραιά. Περνά από τη Δογάνα=Τελωνείο του Πειραιά, δίνει γερό μπαξίσι στους τελωνοφύλακες για να αποφύγει ολιγοήμερη υποχρεωτική καραντίνα στο πρώτο Λοιμοκαθαρτήριο του Πειραιά και κατευθύνεται προς την Αθήνα. Στον αγωγιάτη που τον μεταφέρει και ζητά με περιέργεια να πληροφορηθεί την ταυτότητά του ο ξένος απαντά: «Έλληνας από την Κωνσταντινούπολη. Ήρθα για δουλειές…». Ο ξένος ονομάζεται Στέργιος Βογιατζόγλου.

ΑΘΗΝΑ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΕΛΛΑΔΑΣ: Η Ελλάδα μόλις έχει απελευθερωθεί από τους τούρκους. Το 1833 έρχεται στην τότε πρωτεύουσα το Ναύπλιο, ο 17χρονος πρίγκηπας Όθωνας. Στην Αθήνα θα φτάσει την 1η Δεκεμβρίου του 1834, όταν η πόλη γίνεται πρωτεύουσα, στη θέση του Ναυπλίου. Η Αθήνα τότε ήταν ένα μεγάλο χωριό, που αριθμούσε μόλις 10 χιλιάδες κατοίκους. Την εποχή εκείνη η Θεσσαλονίκη είχε περί τις 60.000 κατοίκους. Μέχρι το 1832 δεν υπήρχε κανένα ξενοδοχείο στην Αθήνα. Το πρώτο κανονικό ξενοδοχείο εγκαινιάστηκε το 1832 κοντά στο Μοναστηράκι, με την ονομασία «Ευρώπη», από ένα ζεύγος ξένων, τον Ιταλό Καζάλι (Casali) και τη Βιεννέζα γυναίκα του. Δεν είχε όμως άδεια δωμάτια για να καταλύσει ο ξένος επισκέπτης κι έτσι ο αγωγιάτης τον μεταφέρει σε ένα αξιοπρεπές πανδοχείο, μια λοκάντα, στη συμβολή των οδών Ερμού και Αιόλου (Ερμαϊκή και Αιολική οδός).

ΚΟΡΑΛΙΑ ΤΖΑΒΑΛΟΥ: Αυτό το πανδοχείο ανήκε στη χήρα Κοραλία Τζάβαλου, μια γυναίκα που εκτός από την εξωτερική ομορφιά και χάρη είχε κι ένα χαρακτηριστικό, σχεδόν ανύπαρκτο για τις γυναίκες εκείνης της εποχής: ήταν καλλιεργημένη. Ο προηγούμενος άντρας της, ένας αγροίκος οπλαρχηγός που είχε σκοτωθεί από τους τούρκους, της είχε πει κάποτε θυμωμένος: «Καμιά συσταζούμενη γυναίκα δεν ξεύρει γραφή κι ανάγνωση. Τούτες είναι δουλειές αντρίκειες, για γραμματιζούμενους καλαμαράδες. Ξέρεις εσύ καμία;» Κι αυτή του απάντησε: την Αρτεμιζία Τζεντιλέσκι, μια γυναίκα φεμινιστικό σύμβολο, πληροφορία που της είχε δώσει ο θείος της, αυτός που της έμαθε τα πρώτα γράμματα.

Έχοντας ως κατάλυμα λοιπόν τη λοκάντα της Κοραλίας Τζάβαλου ο Στέργιος Βογιατζόγλου με ευρωπαΙκό αέρα κινείται στην  Αθήνα με ανατολίτικες συνήθειες: στο Πάνω Παζάρι, το εμπορικό και διοικητικό κέντρο της  Αθήνας, στις αρχές του 19ου αιώνα, στο Χαμάμ του Αμπίντ Εφέντη, το μοναδικό σωζόμενο από τα τρία δημόσια λουτρά που  υπήρχαν στην Αθήνα στα τέλη του 19ου αιώνα, στα καφενεία της οδού Αιόλου, όπου και δοκιμάζει ναργιλέ γιαβάσικο. Παρακολουθεί μαζί με την Κοραλία και τα εγκαίνια των ανακτόρων το 1836. Κι ενώ η αφήγηση μας οδηγεί στην ερωτική ένωση των δύο βασικών πρωταγωνιστών, ένα νέο πρόσωπο εμφανίζεται στο έργο τον ίδιο χρόνο το 1836: η Λέγκω Βαρβαρέσου-Ασλάνογλου. Και για να είμαι ακριβολόγος επιστρέφει η Λέγκω Βαρβαρέσου-Ασλάνογλου (λίγο πριν τα σαράντα της) . Και από εδώ προφανώς εμπνευσμένος και ο τίτλος του βιβλίου: «Η Επιστροφή».

ΛΕΓΚΩ ΒΑΡΒΑΡΕΣΟΥ: Πως συνδέεται με τα πρόσωπα του έργου; Η Λέγκω Βαρβαρέσου είναι μια πλούσια ομογενής που ζει στην Κωνσταντινούπολη, την περιουσία της οποίας διαχειρίζεται ο Στέργιος Βογιατζόγου. «Ξιπασμένη και νεόπλουτη χαρακτήριζαν την ξένη οι δηλητηριώδεις γλώσσες της πρωτεύουσας … και δεν ήταν μόνο το επιβλητικό κι εντυπωσιακό παρουσιαστικό της που προκαλούσε την κοινή γνώμη, αλλά και η συνήθειά της να εξαφανίζεται με το άλογό της κατά τη μεριά του Ελαιώνα…». Ο Ελαιώνας ήταν μια ελαιόφυτη κοιλάδα που εκτεινόταν από τους πρόποδες της Πάρνηθας, της Πεντέλης και του Υμηττού και έφτανε μέχρι το Δαφνί, τον Πειραιά και το Φάληρο, ακολουθώντας παράλληλη πορεία με τον Κηφισό. Στον Ελαιώνα είχαν το αγρόκτημά τους οι Βαρβαρέσοι, γαιοκτήμονες και ελαιοπαραγωγοί.

ΜΙΣΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: Ποιος ήταν ο λόγος της επιστροφής την Λέγκως Βαρβαρέσου στην Αθήνα; Το μίσος. Η συγγραφέας ρίχνοντας φως στο παρελθόν της ηρωίδας (flash back) αφηγείται για τον πατέρα της Λέγκως, τον Παναγή Βαρβαρέσο, τη μάνα, την Ελισάβετ Ρωμανού, αλλά και για ένα δυνατό και απαγορευμένο έρωτα της Λέγκως με ένα τούρκο, τον Κερίμ Γιουζιάν Ασλάνογλου, όχι έναν οποιοδήποτε τούρκο, αλλά ένα ανώτερο τούρκο αξιωματούχο του Σουλτάνου, έναν εκπρόσωπο δηλαδή της οθωμανικής εξουσίας και βιαιότητας. Το πώς προέκυψε όμως το μίσος και αν τελικά παρέμεινε το μίσος μέχρι το τέλος στην ψυχή της ηρωίδας δεν θα σας το απαντήσω εγώ, αλλά το βιβλίο που θα διαβάσετε και ίσως η συγγραφέας αν θέλει κάτι περισσότερο να αποκαλύψει.


Εγώ θα κλείσω με ένα μικρό απόσπασμα: «Ίσως να υπάρχει ένα σχέδιο στο σύμπαν, όπου όλα τα πρόσωπα που συνάντησε στη ζωή της και όλα τα γεγονότα που έζησε και που με τον ένα ή άλλο τρόπο έπαιξαν ρόλο και διαμόρφωσαν αυτό που είναι τώρα, να ήταν όλα μέρος αυτού του σχεδίου. Ίσως καθετί να έχει τη θέση του στον κόσμο, απ΄το πιο φριχτό μέχρι το πιο υπέροχο, απ΄ το πιο απλό μέχρι το πιο πολύπλοκο, απ΄ το πιο χαρμόσυνο μέχρι το πιο θλιβερό. Και η ίδια ανήκει εδώ, σ΄ αυτό τον πολύπλοκο, αλλά θαυμαστό κόσμο

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

"Ο ήλιος στο πάτωμα" ΑΝΤΖΕΛΑ ΖΙΟΥΤΗ



Ο  Όμηρος στην Ιλιάδα παραθέτει μια πολύ δυνατή παρομοίωση: οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν. Oι άνθρωποι είναι σαν τα φύλλα των δένδρων. Στην αρχή, την άνοιξη,  πράσινα και ακμαία, που στη συνέχεια όμως κιτρινίζουν μέχρι που τα σκορπίζει ο άνεμος και σαπίζουν… Με αφορμή αυτή την παρομοίωση θα έλεγα ότι  και οι σχέσεις που συνάπτουν οι άνθρωποι, και κυρίως  οι ερωτικές σχέσεις, έτσι όπως μας τις αφηγείται η Άντζελα Ζιούτη στο μυθιστόρημά της «Ο ήλιος στο πάτωμα» είναι εφήμερες. Υποτάσσονται στη φυσική φθορά.

Η Αλίκη είναι η βασική ηρωίδα του μυθιστορήματος. Στη σύντομη μυθιστορηματική της ζωή που της επιφύλαξε η συγγραφέας (όταν αρχίζει το έργο μόλις έχει κλείσει τα 29 της χρόνια) σύναψε δύο σχέσεις: η πρώτη με τον Λουκά, η δεύτερη με τον Γιώργο. Και οι δύο σχέσεις στην αρχή, την άνοιξη είναι γεμάτες ένταση και πάθος, στη συνέχεια όμως και οι δυο καταλήγουν στο σκληρό χωρισμό: η πρώτη σε ένα επαπειλούμενο διαζύγιο και η δεύτερη στη δολοφονία.
Το ερώτημα το οποίο θα ήθελα να προσεγγίσω είναι γιατί αυτή κατάληξη. Ποιος φταίει και οι σχέσεις της Αλίκης τελειώνουν τόσο άδοξα και τραγικά συγχρόνως;
Σε μια πρώτη ανάγνωση πιστεύω ότι το κείμενο προκρίνει δύο ερμηνείες: μια ρεαλιστική, αλλά και μια μεταφυσική.
Η ρεαλιστική ερμηνεία αφορά την πρώτη σχέση της Αλίκης. Ο Λουκάς είναι μια γνωριμία της Αλίκης ήδη από το σχολείο, ο πρώτος μεγάλος έρωτάς της. Ο Λουκάς ασχολούνταν με το ποδόσφαιρο, ήταν το αστέρι της ομάδας. Η εξέλιξή του είναι ραγδαία, καθώς το ταλέντο του αναγνωρίζεται και η φήμη όπως και οι υψηλές υλικές απολαβές δεν αργούν να ακολουθήσουν.  Αυτή η εκτόξευση όμως του Λουκά στην κορυφή δεν τον αφήνει ανεπηρέαστο και στην προσωπική του ζωή. Ο Λουκάς δεν μένει ικανοποιημένος πλέον με τη σύντροφο του, γιατί η Αλίκη εκπροσωπεί γι΄ αυτόν το παρελθόν. Αφορμή  για την απομάκρυνση του Λουκά από την Αλίκη είναι ένα ταξίδι τους στην Περσία, την Τεχεράνη. Στα ερωτικά και μαγικά μέρη της Ανατολής ο Λουκάς έλκεται από την εξωτική ομορφιά της γαλλίδας ξεναγού και μοιραία την ακολουθεί.
(ακολουθεί μια πολύ δύσκολη περίοδος της Αλίκης γεμάτη απογοήτευση, αλλά βρίσκει τελικά τη δύναμη να σηκωθεί μέσα από μια επαγγελματική ευκαιρία που της δίνεται, κι όχι μόνο αυτό, αλλά γνωρίζει και το Γιώργο. Κι όμως κι αυτή η σχέση έχει τραγική κατάληξη).
Για την κατάληξη της δεύτερης σχέσης της Αλίκης με τον Γιώργο η συγγραφέας μας δίνει μια πιο μεταφυσική – δεισιδαιμονική  ερμηνεία. Η Αλίκη γίνεται δέκτης μιας προφητείας, ενός σκοτεινού και θανατικού χρησμού από έναν ζητιάνο που συναντά στο δρόμο. Ο ζητιάνος λοιπόν της προφήτευσε ότι πέντε ημέρες μετά από τότε που θα φιληθεί με τον αγαπημένο της θα πεθάνει. Η ίδια επηρεάζεται από τα δυσοίωνα λόγια, όμως δεν πτοείται τελικά και αφήνεται στη δίνη του έρωτά της. Η  προφητεία όμως επαληθεύεται. Πέντε ημέρες μετά πέφτει νεκρή από τα χέρια του ίδιου της του αγαπημένου.
Συγκρίνοντας τις δύο περιπτώσεις χωρισμού δεν μπορώ παρά να εντοπίσω έναν κύριο υπεύθυνο για την αρνητική τροπή των σχέσεων: τον άντρα. Και στις δύο περιπτώσεις ο άντρας με την αρνητική του στάση εξώθησε τη σχέση στην τραγική της κατάληξη. Στην πρώτη περίπτωση του Λουκά: η ματαιοδοξία που του γέννησε η γρήγορη απόκτηση του υλικού πλούτου τον οδήγησε στην αγκαλιά μιας άλλης γυναίκας χωρίς να ενδιαφέρεται για το βάθος των αισθημάτων του. Εξάλλου αυτή η προσωρινότητα των αισθημάτων του επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι καλεί την Αλίκη πάλι να γυρίσει πίσω και να κάνουν μια καινούργια αρχή.    Αλλά και στη δεύτερη περίπτωση του Γιώργου: η κτητικότητα και η ζήλεια που τον διακρίνει, αρχίζουν σταδιακά να τον τυφλώνουν. Θεωρεί ότι η Αλίκη δεν ξέχασε την προηγούμενη σχέση της, θεωρεί ότι παίζει μαζί του. Άρα όταν πέφτει στα χέρια του το γράμμα του Λουκά που την προτρέπει να γυρίσει πίσω σε αυτόν και να κάνουν μια καινούργια αρχή, δεν μπορεί να δεχτεί τις εξηγήσεις της Αλίκης ότι ο Λουκάς δεν σημαίνει τίποτε πλέον γι΄ αυτή, κι έτσι τη σκοτώνει.
Η Αλίκη αποδεικνύεται μια γυναίκα ώριμη και με σαφείς προσδοκίες στη ζωή της. Ρομαντική, συναισθηματική (αποπειράθηκε ακόμη και να αυτοκτονήσει μετά τον πρώτη χωρισμό) βρίσκει τελικά τη ρότα της στη ζωή. Οι άντρες από την άλλη ανώριμοι, μπερδεμένοι, δίχως βάθος αισθημάτων.
Το αποτέλεσμα: η Αλίκη στη μοναξιά της, στη μοναξιά της εγκατάλειψης πρώτα και στην αιώνια μοναξιά του θανάτου αργότερα.
Το έργο της Άνζελας Ζιούτη, μακριά από χρονολογικές και πολιτικές τοποθετήσεις, αποτελεί ένα δείγμα ψυχολογικού ρεαλισμού, που εμβαθύνει στο χαρακτήρα της Αλίκης για να μας δώσει την έκταση και το βάθος της μοναξιάς της γυναίκας. Ταυτόχρονα μου πέρασε κι  ένα μήνυμα: ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του. Όσο κι αν αρέσκεται να δίνει υπερφυσικές διαστάσεις στη μοίρα και να πιστεύει ότι μια ανώτερη δύναμη πρυτανεύει στις σχέσεις του, τελικά καταλήγουμε ότι ο ίδιος με τις επιλογές που κάνει στην ζωή του, καθορίζει και το μέλλον του. Το σύνολο και η ποιότητα των ανθρώπινων σχέσεων μέσα στις οποίες ο καθένας αποφασίζει να κινηθεί στη ζωή του δίνουν ή και αφαιρούν το νόημα της ύπαρξης στον καθένα μας. Οι σχέσεις που διαμόρφωσε η Αλίκη  ήταν αυτές που καθόρισαν και τη ζωή της.


Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2015

"Η αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ" Εντγκαρ Άλαν Πόε


Πολυτάραχη η ζωή του Πόε, σύντομη...ποιητική, ικανή να προκαλέσει ένα πεδίο αντιπαραθέσεων και ψυχολογικών προβληματισμών...η Μαρία Βοναπάρτη διαβλέπει σαδονεκροφιλία...καταραμένος ποιητής...αλλά το λογοτεχνικό έργου κάποιου δεν το διαβάζουμε λόγω της ζωής του δημιουργού...κι όμως στην περίπτωση του Πόε η ζωή του μας βάζει μέσα στο κλίμα των αφηγημάτων του...τα αφηγήματά του ως παραληρήματα...σκιές ονείρου που έλεγε για τους ανθρώπους αν δεν απατώμαι κι ο Πίνδαρος...
Σαν μια σκιά ονείρου διάβασα και τις περιπέτειες στη θάλασσα του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ...ο νεαρός ήρωας  ένα κράμα φιλοδοξίας και τυχοδιωκτισμού, κυρίως όμως εγκεφαλικού...μπαρκάρει στα κρυφά και μένει σε ένα αμπάρι του πλοίου με σκοπό να εμφανιστεί κάποια δεδομένη στιγμή που θα του υποδείξει ο φίλος του Αύγουστος...όμως οι ναύτες στασιάζουν, η κατάσταση ξεφεύγει και το σχέδιό του ανατρέπεται...τώρα έχει να αντιμετωπίσει την επιβίωσή του στο πλοίο μέσα στον ωκεανό μαζί με άλλους δύο επιζήσαντες...η πείνα και η δίψα είναι αφόρητες...οδηγούνται στην ανθρωποφαγία...μετά από κλήρωση κάποιος γίνεται το θύμα...το ένστικτο της επιβίωσης...κανιβαλισμός. Συναντούν ένα πλοίο για να τους σώσει κι όμως το πλοίο λες κι έρχεται από άλλη διάσταση, από άλλο χρόνο...έχει μόνο νεκρούς...τελικά τους περισυλλέγει ένα άλλο πλοίο, φαλαινοθηρικό...κι αρχίζουν ένα ταξίδι προς την ανταρκτική...εκεί θα συναντήσουν μια φαινομενικά άκακη φυλή ιθαγενών...που όμως αποδεικνύονται οι πιο άγριοι, αδίστακτοι... είναι άραγε άνθρωποι;...κι όμως σώζεται ο Άρθουρ Γκόρντον Πυμ και μπαίνει σε μια βάρκα που ταξίδευε ολοταχώς σ΄ ένα χάσμα ανοιχτό να τους δεχτεί, αλλά ορθώθηκε μπροστά τους μια σαβανωμένη ανθρώπινη μορφή, ασύγκριτα μεγαλύτερη στις διαστάσεις από κάθε κάτοικο της γης... και το δέρμα της μορφής αυτής είχε το ολόλευκο χρώμα του χιονιού...τι συμβολίζει άραγε αυτή η μορφή με το λευκό χρώμα;...κυρίως το λευκό χρώμα;...δεν μπορώ να δεχτώ ότι ένας λευκός άγγελος σώζει τον ήρωα...αυτή η αντίθεση ανάμεσα στο μαύρο χάσμα και την λευκή μορφή...στο τέλος ίσως υπάρχει και ένα άλλο τέλος,,,η ζωή συνεχίζεται και σε άλλες διαστάσεις...διανοητικές...για να μας αφηγηθεί τελικά ο ήρωας τις περιπέτειές του.
Μυθιστόρημα αποτελεί "Η αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ" με πολλές γεωγραφικές πληροφορίες, που τις προσπέρασα γρήγορα, αλλά με αφηγηματικές στιγμές τόσο βαθιές που δύσκολα βγαίνεις στην επιφάνεια.